Το ερέθισμα για το σημερινό άρθρο, μας το προσφέρει απλόχερα ο εκλεκτός λογοτέχνης , ποιητής , κριτικός και ερίδμητος δημοσιογράφος Π. Μπουκάλας. Ποίον είναι όμως το έναυσμα ; Η επικεφαλίδα του άρθρου << Η γλώσσα και τα κόκαλα >> Γιατί γράφει »κόκαλα» αντί για το ορθόν » κόκκαλα » ο γνώστης της Ελληνικής γλώσσας Π.Μ. ; Μήπως διότι είναι υπέρμαχος της << απλοποιήσεως >> των λέξεων με διπλό σύμφωνο και της αποβολής του ενός συμφώνου ,όπως επιτάσσει ο επίκαιρος γλωσσολα’ι’κισμός των ημιαμορφώτων ; Δεν προκύπτει αυτό από το άρθρο του , διότι διατηρεί τα διπλά σύμφωνα σε όλες τις λέξεις , όπως : << θα εξαλλαγεί >> ,<< περισσότερο >> , << γραμματείας και γλώσσας >>, << γραμματική > ,<< άλλωστε > , << πολλοί και για πολλοστή >> , << αρρώστιας >> ,<<επίρρημα, >>, << εννοεί >>.
Τι συμβαίνει τότε και αντιμετωπίζεται έτσι ,ρατσιστικά , η λέξη κόκκαλα ; Ανεξήγητο ! Η απλοποίηση της γραφής πάντως ,πρέπει να συνάδει με την ορθογραφία και την ετυμολογία. Η σύνθεση των λέξεων και η ονοματοθεσία έχει νόμους και γραμματικούς κανόνες και δεν συγγενεύει ασφαλώς με τους ιατρικούς κανόνες των χειρουργικών ακρωτηριασμών και των κολοβωμάτων,
Η λέξη » ο κόκκαλος » είναι αρχαία και απ’ αυτήν προήλθε η μεταγενέστερη » το κόκκαλο’‘ , η οποία αντικαθιστά την λέξη »οστό » { < οστούν }.
LIDDELL & SCOTT – » Μέγα λεξικόν της Ελληνικής γλώσσης ».
Κόκκαλος = ο πυρήνας του στροβύλου της πεύκης {= πιτύος } [ nux pinea ] ,o κώνος .Κόκκος =το σπειρί [ όπως ροδιού , μήκωνος , κυάμου κ.τ.λ. ].


Δ.Π.ΠΑΠΑΔΙΤΣΑ & ΕΛ. ΛΑΔΙΑ – »Ομηρικοί Ύμνοι ».
‘Ροιής κόκκον »= ροδιάς [ =ροία ] σπειρί .


Ι.ΣΤΑΜΑΤΑΚΟΥ – » Λεξικόν της Αρχαίας Ελληνικής γλώσσης ».
Κόκκος , κόκκων { = κόκκος ροιάς } . Κόκκινος . Κοκκίζω {= εξάγω τον πυρήνα [=κουκούτσι] του καρπού. Κόκκαλος {= ο πυρήνας του κουκουναριού της πεύκης }.


ΔΙΑΜ. ΣΤΡΟΥΜΠΟΥΛΗ – » Ετυμολογικό Λεξικό της Ελληνικής ».
Ο κόκκαλος = πυρήν , κουκούτσι κουκουναριού πεύκου . Το κόκκαλο = το οστούν / οστό. Το κώκαλον =το παλαιόν . Ο κώκαλος = είδος πετεινού ,κόκκορα. Κόκκα = κεφαλή. Κόκκος = μικρός καρπός , σπυρί , σπόρος κόκκινης βαφής. Κοκκίον = μικρός καρπός , σπυρί .Κόκκων = ο σπόρος της ροιάς ,ροδιάς. Κόκκινος = ο βαφείς δια κόκκων , ερυθρός.


ΗΣΥΧΙΟΥ του ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΩΣ – » Λεξικόν ».
Κόκκαλος = ρόμβος , στρόβιλος πεύκης. Κοκκός = α] απ’ αυτό βάφεται κάτι φοινικούν [ ερυθρό },β] γυναικείον μόριον , γ] ο κόκκος του σίτου .


ΑΝΘ.ΓΑΖΗ – » Λεξικόν της Ελληνικής γλώσσης ».
Κόκκαλος { < κόκκος } = ο κόκκος , ήτοι ο πυρήνας του στροβίλου [ της πεύκης ]. Κόκκος = 1].ο πυρήνας των καρπών συν. κουκούτσι , κοκκίον , σπειρίον 2] .η κοκκινηχλία { =κόκκος βαφικής }3]. Η κόκκος = το δέντρο πρίνος , το πρινάριον και ο κόκκος = το πρινοκόκκιον 4].Το χάπι. 5].οι κόκκοι = οι όρχεις { Στράτωνος }.


ΣΚΑΡΛΑΤΟΥ του ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ – » Λεξικόν της Ελληνικής γλώσσης ».
Κόκκαλος { < κόκκος } = ο καρπός της στροβιληάς , το κουκουνάρι. O κόκκος { < κόγχος }= κουκούτσι , κουκκί , σπυρί , το πρινοκόκκι , κάθε τι στρογγυλό μικρό σώμα , χάπι ,οι όρχεις . Η κόκκος = το δένδρο { είδος πρίνου } από το οποίο συνάζουν το πρινοκόκκι.


Δ. ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΥ – » Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής γλώσσης ».
Ο κόκκαλος = το κόκκαλο, ο πυρήνας του στροβίλου της πιτύος , το κουκούτσι του κουκουναριού , ο σκληρός πυρήνας των οπώρων , το κουκούτσι 2]. ο κώνος της πεύκης , το κουκουνάρι , ο στρόβιλος 3]. ο καρπός του φυτού δαφνοειδές το Κνίδιον.


ΝΙΚ. ΑΝΔΡΙΩΤΗ – » Ετυμολογικό Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής ».
Από εδώ αρχίζει η αλλοίωση της λέξεως κόκκαλος και η εμφάνιση του ..κόκαλου.! Κόκαλο {!} < αρχ. ο κόκκαλος , που έγινε ουδ. κατά το οστούν ! { χειρουργείο αλλαγής φύλου ! } .Προσέξτε τώρα την ομόρριζη λέξη κόκκινος ,που προέρχεται από την λέξη κόκκος { με διπλό [κ] !! .Κοκκινίζω < Κόκκινος < κόκκος . Γιατί το κόκαλο με ένα [κ] και το κόκκινο με δύο [κ] ; Δεν υπάρχει λογική εξήγηση.


ΕΜΜ.ΚΡΙΑΡΑ – » Λεξικό της σύγχρονης ελληνικής δημοτικής γλώσσας » .
Κόκαλο { < κόκκαλος } = 1. οστούν 2.[συνεκδ. ] κοκαλένιο {;}εργαλείο .


A.Π.Θ {Ιδρ. Μαν.Τριανταφυλλίδη} – » Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής ».
Κόκαλο < κόκκαλος [κουκούτσι κουκουναριού].Αναίτια και ανεξήγητη η γραφή με ένα[κ]! Αυτό μάλιστα το ονομάζουν απλοποίηση αντί για ακρωτηριασμό.!!


ΑΚΑΔ.ΑΘΗΝΩΝ – » Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής γλώσσας ».
Κόκαλο και κόκκαλο [ < μσν. κόκ[κ]αλον ] = οστό . Η λογική του επαμφοτερίζοντος : και με ένα [κ] και με δύο [ κκ ].


Γ.ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗ – » Ετυμολογικό Λεξικό ».
Κόκκαλο ή κόκαλο ; Η ετυμολογία αποδεικνύει ότι η λέξη γραφόταν με δύο [κ] ήδη από την Αρχαιότητα εφ’όσον αποτελεί παράγωγο του αρχ.κόκκος.


Γ.ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗ -» Λεξικό των Δυσκολιών και των Λαθών στη χρήση της ελληνικής >>.
Τα παράγωγα της λέξεως < κόκκος > γράφονται ορθογραφημένα με διπλό [-κκ-] . Η διαφορετική γραφή δεν δικαιολογείται ορθογραφικά ούτε τεκμηριώνεται ετυμολογικά.


Α. Ε. ΜΕΓΑ – » Ιστορία του γλωσσικού ζητήματος » , {τομ.Α’ ,σελ.37 }.
<< Δεν βλάπτει τον Ελληνικό λαό μια μικρή καλλιέργεια της γλώσσας του , αλλά η παραμέλησή της και η αμάθεια του λαού. >>



ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ :
ΑΓΟΡΑΖΕΤΕ ΒΙΒΛΙΑ , ΕΛΕΓΧΕΤΕ ΤΙΣ ΠΗΓΕΣ.